AGM-154C
GBU-31
Στην εποχή των όπλων μακρού πλήγματος (stand-off weapons) πέρασε επιτέλους και με καθυστέρηση 20 ετών ο ελληνικός στόλος των μαχητικών F-16! Όπως αναφέρουν πηγές του defencenet.gr την περασμένη Παρασκευή η Πολεμική Αεροπορία παρέλαβε τα πρώτα AGM-154C (JSOW-C) τα οποία αφίχθηκαν στο λιμάνι του Πειραιά και εν συνεχεία υπό συνθήκες αυστηρής φρούρησης τα όπλα αναχώρησαν για τον τελικό προορισμό τους, την 116 Π.Μ. στον Άραξο.
Επίσης πριν λίγες ημέρες τα F-16 Adv. της 335Μ ξεκίνησαν δοκιμές ανάρτησης των βομβών με συλλογή καθοδήγησης JDAM, αλλά και συμβατότητας με το σύστημα άφεσης όπλων του αεροσκάφους, τον υπολογιστή αποστολής και της ευθυγράμμισης των δύο INS ( του όπλου και του αεροσκάφους) και όλα αυτά μέσω της αρτηρίας μεταφοράς δεδομένων Mil-STD-1760.
Οι παραπάνω εξελίξεις αποτελούν την εισαγωγή της Π.Α. σε μία εποχή με δυνατότητες εκτέλεσης αποστολών stand-off σε ότι αφορά τα JSOW-C, αλλά και δυνατότητας εκτέλεσης μεγάλου φάσματος αποστολών μέσης-τακτικής υποστήριξης σε αποστάσεις μέχρι και 25 χλμ. από το σημείο εκτόξευσης σε ότι αφορά τα JDAM.
Βέβαια ο μικρός αριθμό των JSOW-C (μόλις 40 κομμάτια) δεν επιτρέπει ευρεία στοχοποίηση, αλλά οπωσδήποτε αποτελεί ένα σημαντικό βήμα αναβάθμισης των ικανοτήτων προσβολής σημείου της Π.Α. σε αποστολές αέρος-εδάφους. Το AFDS που χρησιμοποιείται για την αχρήστευση διαδρόμων αποπροσγείωσης είναι όπλο περιοχής και το JSOW-C καλύπτει ένα μεγάλο κενό που υπήρχε μεταξύ των δυνατοτήτων των Paveway αρχικά και των JDAM πρόσφατα, με τυποστρατηγικού χαρακτήρα SCALP-EG των Mirage 2000-5 Mk2. Η εμβέλεια των JSOW-C φτάνει μέχρι τα 115 χλμ. και το όπλο κατευθύνεται με GPS ή ενναλακτικά με INS και στην τερματική φάση με IIR και συγκριτική ανάλυση δορυφορικών εικόνων.
Η Τουρκία έχει προμηθευτεί εδώ και χρόνια JSOW-C (52 μονάδες) αλλά και 50 μονάδες της έκδοσης AGM-154 A-1.
Η αξία του ελληνικού συμβολαίου ανέρχεται στα 30.022.725 δολάρια και περιλαμβάνει και ένα εκπαιδευτικό ομοίωμα, 41 περιλήπτες CNU-627/E και δύο κάρτες PSMCIA. Πρέπει να σημειωθεί οτι η τρίμηνη καθυστέρηση στην άφιξη του όπλου, είχε να κάνει με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις ασφαλείας που απαιτούσαν να υπάρχουν οι Αμερικανοί για το όπλο στην 115 Π.Μ.
Σε ότι αφορά τις 100 JDAM (Joint Direct Attack Munition = Κοινή Βόμβα Προσβολής Ακριβείας), αυτές είναι συλλογές καθοδήγησης ακριβείας που μπορεί να τοποθετηθούν σε βόμβες Mk-83 (GBU-31), Mk-84 ή BLU-109/B (GBU-32).
Γενικά οι GBU-29/30/31/32/35 JDAM είναι χαμηλού κόστους, υποβοηθούμενες από GPS συλλογές αδρανειακής ναυτιλίας (INS) που μπορούν να τοποθετηθούν σε μη κατευθυνόμενες βόμβες Mk-81, Mk-82, Mk-83, Mk-84, BLU-109 και BLU-110 αντίστοιχα:
• GBU-29 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-81 των 250 λιβρών)
• GBU-30 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-82 των 500 λιβρών)
• GBU-31 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-83 των 1.000 λιβρών)
• GBU-32 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-84 των 2.000 λιβρών ή διατρητική βόμβα BLU-109/B επίσης των 2.000 λιβρών)
• GBU-35 (διατρητική βόμβα BLU-110 των 1.000 λιβρών).
Δηλαδή το JDAM προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αναβάθμιση του υπάρχοντος οπλοστασίου των γενικής χρήσης, αλλά και διατρητικών βομβών.
Μπορεί να αφεθεί σε απόσταση δεκαπέντε μιλίων από τον στόχο, από πολύ μικρό έως πολύ μεγάλο ύψος, ενώ υπάρχει δυνατότητα άφεσής του με διάφορες τεχνικές βομβαρδισμού (dive, toss, loft), αλλά και σε ευθεία πτήση, εντός ή εκτός του άξονα του στόχου (οn/off-axis). Τo όπλο επιτρέπει ακόμη την προσβολή πολλαπλών στόχων σε μία και μόνη διέλευση του αεροσκάφους-φορέα, ενώ παρέχει στο χρήστη δυνατότητα επιλογής διαφόρων διαμορφώσεων σκόπευσης του στόχου, καθώς και προσχεδιασμένης ή εν πτήσει επανασκόπευσής του.
Το σχέδιο της αποστολής, που περιλαμβάνει τον “φάκελο” άφεσης, τις συντεταγμένες του στόχου και τις παραμέτρους τερματικής καθοδήγησης, “φορτώνεται” στο αεροσκάφος-φορέα πριν την απογείωση.
Μόλις το όπλο τροφοδοτηθεί με ηλεκτρική ενέργεια από το αεροσκάφος, ξεκινά τη διαδικασία ευθυγράμμισης του αδρανειακού του συστήματος (INS) με το αντίστοιχο του αεροσκάφους, ενώ παράλληλα λαμβάνει αυτόματα τα δεδομένα στόχευσης. Όταν το αεροσκάφος φθάσει στο σημείο άφεσης, εντός της αποδεκτής περιοχής άφεσης (Launch Acceptable Region/LAR), πραγματοποιείται η άφεση του.
Στη συνέχεια το όπλο κατευθύνεται στον στόχο με τη βοήθεια του υβριδικού συστήματος ναυτιλίας GPS/INS. Συνήθως χρησιμοποιείται η διαμόρφωση, που συνδυάζει τα στοιχεία του INS με αυτά που λαμβάνονται από τον δέκτη GPS. Σε αυτή την περίπτωση η πιθανή απόκλιση από τον στόχο υπολογίζεται σε λιγότερο από 13 μέτρα.
Αντίθετα σε περιπτώσεις που το GPS δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί λόγω ισχυρών ηλεκτρονικών παρεμβολών, η καθοδήγηση γίνεται αποκλειστικά από το INS, με τη μέση απόκλιση από τον στόχο να φθάνει τα 30 μέτρα.
Πηγή: Defencenet01/11/2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου